Θέμα ημερών ή και ωρών είναι η ανακοίνωση των νέων αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και της νέας κλίμακας του ΕΝΦΙΑ. Σύμφωνα με πληροφορίες θα ανακοινωθούν το αργότερο μέχρι την Πέμπτη 14 Ιουνίου, αλλά δεν αποκλείεται η ανακοίνωση να γίνει νωρίτερα, με τον χρόνο να «τρέχει» από αύριο, Τρίτη.
Σημειώνεται πως η προηγούμενη αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων έγινε τον Μάρτιο του 2007, ενώ κανονικά έπρεπε να γίνεται ανά διετία. Ωστόσο στην περίοδο της βαθειάς κρίσης, μετά το 2010, το υπουργείο Οικονομικών απέφυγε να τις αναπροσαρμόσει επειδή θα αναγκαζόταν να τις μειώσει και να μειωθούν αντίστοιχα τα έσοδα από τους περίπου 20 φόρους ακινήτων που επηρεάζουν οι αντικειμενικές αξίες.
Ταυτόχρονα θα ανακοινωθούν και οι παρεμβάσεις στην κλίμακα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ, με στόχο να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις, για τις περιοχές που σημειώνονται αυξήσεις τιμών. Σημειώνεται πως οι νέες αντικειμενικές αξίες θα ισχύσουν για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ του 2018.
Από το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή το απόγευμα της Παρασκευής απουσίαζε η διάταξη για τις αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, επειδή, όπως διευκρινίστηκε από το υπουργείο Οικονομικών, θα κατατεθεί ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των νέων αντικειμενικών τιμών και αφού στο μεταξύ έχει ολοκληρωθεί η επεξεργασία των παρεμβάσεων.
Οι παρεμβάσεις κρίνονται αναγκαίες καθώς, όπως προκύπτει από την εικόνα των νέων τιμών που παρέδωσαν οι εμπειρογνώμονες, παρατηρούνται αυξήσεις σε ορισμένες περιοχές της χώρας ενώ τα συνολικά έσοδα που θα βεβαιωθούν, εάν εφαρμόζονταν όπως έχουν, (οι νέες τιμές και τα ισχύοντα κλιμάκια ΕΝΦΙΑ), τα έσοδα που θα βεβαιώνονταν, θα ξεπερνούσαν το ποσό των 3,5 δισ. ευρώ.
Ο μνημονιακός στόχος προβλέπει ότι το ποσό των βεβαιωμένων εσόδων να φτάνει σε 3,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το εισπράξιμο ποσό να είναι 2,65 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό οι υπηρεσίες του ΥΠΟΙΚ πραγματοποιούν σειρά ασκήσεων προσομοίωσης, ώστε το ποσό να επανέλθει στα επίπεδα των 3,2 δισ. ευρώ.
Αυτό επιτυγχάνεται με δύο τρόπους. Την αλλαγή των κλιμακίων του ΕΝΦΙΑ και την αλλαγή του αφορολόγητου του συμπληρωματικού φόρου.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν συντελεστές κατά περιοχές, αλλά είναι ενιαίοι για όλη τη χώρα που σημαίνει, ότι όσες διορθωτικές και να γίνουν, κάποιοι ιδιοκτήτες θα πληρώσουν αυξημένο ΕΝΦΙΑ.
Όπως είπε στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος για το 67% των ιδιοκτητών δεν αλλάζει τίποτα ως προς τον ΕΝΦΙΑ, για το 18% προκύπτουν μειώσεις και για το 15% προκύπτουν αυξήσεις με τη μέση αύξηση του ΕΝΦΙΑ που προκύπτει, να είναι κατά μέσο όρο, 20 ευρώ ετησίως.
Οι αντικειμενικές αξίες αυξάνονται για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές όπως Δραπετσώνα, Πέραμα, Κερατσίνι Ελευσίνας και Ρέντη, καθώς σύμφωνα με τους εκτιμητές, οι εμπορικές τιμές των συγκεκριμένων ακινήτων είναι υψηλότερες των τιμών εφορίας. Εκεί είναι και το πρόβλημα για την κυβέρνηση, καθώς, ανεξάρτητα από τον λόγο, θα φανεί πως αυξάνει τον φόρο στα ακίνητα των λαϊκών συνοικιών.
Για τον ίδιο λόγο αυξάνονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, στα νησιά και στις παραλιακές περιοχές της χώρας, καθώς λόγω του αυξημένου τουρισμού, οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτοξευτεί.
Αυξήσεις καταγράφονται και σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας όπως το Κουκάκι, τα Πετράλωνα και το Μεταξουργείο, όπου εντοπίζεται αυξημένη ζήτηση ακινήτων λόγω του Airbnb.
Μείωση συμπληρωματικού φόρου
Το πρώτο μέτρο που σκέφτηκαν στο υπουργείο Οικονομικών είναι η αύξηση του αφορολόγητου ορίου για τον συμπληρωματικό φόρο, ο οποίος αποδίδει 650 εκατ. ευρώ, ετησίως, που είναι σήμερα στο ποσό των 200.000 ευρώ και να διαμορφωθεί σε 250.000 ευρώ.
Ωστόσο διαπιστώνεται, ότι δεν αποτρέπει την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης για τον ιδιοκτήτη μιας κατοικίας σε λαϊκή συνοικία, καθώς, δύσκολα η αξία του ακινήτου ξεπερνάει το όριο των 200.000 ευρώ (εκτός βέβαια και αν έχει πολλά ακίνητα είτε στην ίδια είτε σε άλλες περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται και αλλαγή (μείωση) στα πρώτα κλιμάκια της κλίμακας υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ.
Αυξάνονται οι τιμές αλλά όχι ο ΕΝΦΙΑ
Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει επισημάνει το Σin, για να αυξηθεί ο ΕΝΦΙΑ για ένα ακίνητο, θα πρέπει με την αναπροσαρμογή να αλλάξει κλιμάκιο. Εάν αυξηθεί η αξία, αλλά παραμείνει στο ίδιο κλιμάκιο, δεν προκύπτει αύξηση. Αντίστροφα, εάν μειωθεί η αντικειμενική αξία αλλά παραμείνει στο ίδιο κλιμάκιο, δεν προκύπτει μείωση του ΕΝΦΙΑ.
Ανάλογα με την περίπτωση αρκούν και μικρές αυξήσεις (ή μειώσεις) για να αυξήσουν ή να μειώσουν τον φόρο. Παραδείγματα:
- Όταν η τιμή του ακινήτου είναι μέχρι 500 ευρώ ανά τ.μ. ο ΕΝΦΙΑ είναι 252,5 ευρώ. Αν η τιμή ζώνης αυξηθεί και διαμορφωθεί μεταξύ σε 501 – 750 ευρώ, τότε ο ΕΝΦΙΑ αυξάνεται σε 353,5 ευρώ.
- Το ακίνητο έχει αντικειμενική αξία 500 ευρώ, η οποία αυξάνεται, κατά 50%, σε 750 ευρώ. Ο ΕΝΦΙΑ θα παραμείνει αμετάβλητος στα 353,5 ευρώ, καθώς δεν αλλάζει κλιμάκιο.
- Το ακίνητο έχει τιμή ζώνης 750 ευρώ και βαρύνεται με ΕΝΦΙΑ 353,5 ευρώ. Η τιμή ζώνης αυξάνεται κατά 1,3% και διαμορφώνεται στα 760 ευρώ. Τότε ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί σε 366,13 ευρώ.
- Το ακίνητο έχει τιμή ζώνης μεταξύ 1.050 ευρώ, η οποία αυξάνεται κατά 42,9% και διαμορφώνεται σε 1.500 ευρώ. Ο ΕΝΦΙΑ παραμένει αμετάβλητος στα 467,13 ευρώ.
- Το ίδιο ακίνητο που βρίσκεται σε περιοχή με τιμής ζώνης 1.500 ευρώ βαρύνεται με ΕΝΦΙΑ 467,14 ευρώ. Αν αυξηθεί η τιμή ζώνης είτε κατά 1% είτε κατά 33% και διαμορφωθεί μέχρι 2.000 ευρώ, ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί σε 569,13 ευρώ.
- Αν η τιμή ζώνης είναι 2.001 – 2.500 ευρώ ο ΕΝΦΙΑ φτάνει σε 757,5 ευρώ. Έτσι, αν το ακίνητο έχει τιμή ζώνης 1.950 ευρώ και αυξηθεί σε 2.050 ευρώ, ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί κατά 189,37 ευρώ ή κατά 33,3%.
- Αν η τιμή ζώνης του ίδιου ακινήτου είναι μεταξύ 2.501 και 3.000 ευρώ, τότε ο ΕΝΦΙΑ που αναλογεί είναι 959,5 ευρώ. Αν η τιμή ζώνης αυξηθεί και διαμορφωθεί μεταξύ 3.000 και 3.500 ευρώ, ο ΕΝΦΙΑ που αναλογεί θα αυξηθεί σε 1.161,5 ευρώ.
- Στην περίπτωση όμως, που μετά την αναπροσαρμογή, η τιμή ζώνης παραμείνει στο ίδιο κλιμάκιο, ο ΕΝΦΙΑ δεν μεταβάλλεται.